Ιστορία της Κύπρου

 Booking.com Δείτε εδώ ΟΛΑ τα ξενοδοχεία παγκοσμίως και κάντε ΤΩΡΑ τις κρατήσεις σας, εύκολα, γρήγορα, με ασφάλεια και οικονομικά !!!

Ιστορία της Κύπρου

Η γεωγραφική θέση της Κύπρου

Η Κύπρος βρίσκεται στο βορειοανατολικό μέρος της Μεσογείου, 33° ανατολικά και 35° βόρεια του Ισημερινού, 75 χιλιόμετρα νότια της Τουρκίας, 105 χιλιόμετρα δυτικά της Συρίας, 380 χιλιόμετρα βόρεια της Αιγύπτου και 380 χιλιόμετρα ανατολικά της Ρόδου.

Σύμβολα της Κυπριακής Δημοκρατίας

Σημαία

H Κυπριακή Σημαία καθορίστηκε το 1960, μετά την ανεξαρτησία της Κύπρου. Ημέρα της Ανεξαρτησίας καθιερώθηκε η 1η Οκτωβρίου.

Χρώμα της Κυπριακής Σημαίας

Η σημαία έχει σαν φόντο το άσπρο χρώμα.

Στο κέντρο της σημαίας υπάρχει το σχήμα του χάρτη της Κύπρου σε κίτρινο χρώμα του χαλκού.

Οι κλάδοι ελιάς κάτω από το σχήμα της Κύπρου έχουν χρώμα πράσινο βαθύ της ελιάς.

Τα διεθνή χρώματα (pantone formula guide solid coated scale) για τη σημαία της Κύπρου είναι τα εξής:
Χρώμα της νήσου: Pantone 137 C
Χρώμα ελιάς: Pantone 3425 C
Μέγεθος: Αναλογία 2:3

Το Άρθρον 4 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας αναφέρει τα εξής για την κυπριακή σημαία:

«Η Δημοκρατία έχει ιδίαν σημαίαν ουδετέρου σχεδίου και χρώματος, την οποίαν επιλέγουσιν από κοινού ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας.

Αι αρχαί της Δημοκρατίας και οιονδήποτε νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου ή οργανισμός κοινής ωφελείας ιδρυόμενος δια ή συμφώνως τω νόμω της Δημοκρατίας αναρτώσι την σημαίαν της Δημοκρατίας και έχουσι το δικαίωμα να αναρτώσι κατά τας εορτάς ταυτοχρόνως ομού μετά της σημαίας της Δημοκρατίας την ελληνικήν και την τουρκικήν σημαίαν.

Αι κοινοτικαί αρχαί και τα ιδρύματα αυτών έχουσι το δικαίωμα, να αναρτώσι κατά τας εορτάς ταυτοχρόνως ομού μετά της σημαίας της Δημοκρατίας την ελληνικήν ή την τουρκικήν σημαίαν.

Πας πολίτης της Δημοκρατίας ή οιαδήποτε οργάνωσις αποτελούσα ή μη νομικόν πρόσωπον, εξαιρουμένων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, της οποίας τα μέλη είναι πολίται της Δημοκρατίας, έχουσι το δικαίωμα να αναρτώσιν επί της κατοικίας ή του καταστήματος αυτών την σημαίαν της Δημοκρατίας ή την ελληνικήν ή την τουρκικήν σημαίαν, άνευ οιουδήποτε περιορισμού».

Booking.com Δείτε εδώ ΟΛΑ τα ξενοδοχεία παγκοσμίως και κάντε ΤΩΡΑ τις κρατήσεις σας, εύκολα, γρήγορα, με ασφάλεια και οικονομικά !!!

Έμβλημα

O Θυρεός της Κυπριακής Δημοκρατίας

Ο Θυρεός της Κυπριακής Δημοκρατίας παριστάνει ένα λευκό περιστέρι που φέρει στο ράμφος του ένα κλαδί ελιάς. Το περιστέρι, τίθεται εντός μιας ασπίδας στο κίτρινο χρώμα του χαλκού, του μετάλλου εκείνου που είναι άμεσα συνδεδεμένο με την μακραίωνη ιστορία της Κύπρου.

Στο κάτω μέρος της ασπίδας αναγράφεται το έτος εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, 1960.

Την ασπίδα πλαισιώνουν δύο πράσινα κλαδιά ελιάς με καρπούς, που μαζί με το λευκό περιστέρι αποτελούν ανεξίτηλα σύμβολα ειρήνης.

Τα χρώματα που χρησιμοποιούνται για το θυρεό της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι:
Pantone 1385 για την ασπίδα
Pantone 574 για τα κλαδιά ελιάς

Εθνικός Ύμνος

Η καθιέρωση Εθνικού Ύμνου της Κυπριακής Δημοκρατίας έγινε με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου στις 18 Νοεμβρίου 1966. Σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, υιοθετήθηκε ως Εθνικός Ύμνος της Κύπρου η μουσική του Εθνικού Ύμνου της Ελλάδας.

Εθνικός Ύμνος της Κύπρου,

Απόφασις υπ’ Αρ. 6133

14. Το Συμβούλιον απεφάσισεν όπως υιοθετηθή ως Εθνικός Ύμνος της Κύπρου η μουσική του Εθνικού Ύμνου της Ελλάδος.

Προεδρικό Μέγαρο

Το σημερινό Προεδρικό Μέγαρο ήταν προηγουμένως το Κυβερνείο, όπου διέμενε ο Βρετανός Κυβερνήτης της Κύπρου κατά την εποχή της Αγγλοκρατίας (1878-1960).

Ο πρώτος Άγγλος Ύπατος Αρμοστής Σερ Γκάρνετ Γούλσλϋ, που ήλθε στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1878, έμενε προσωρινά στο Μετόχι της Μονής Κύκκου, έξω από τα τείχη της Λευκωσίας. Σύντομα άλλαξε την προσωρινή διαμονή του και κατοίκησε στο Αρμοστείο, που ήταν ένα ξύλινο σπίτι που εισήχθηκε από το εξωτερικό και τοποθετήθηκε στο χώρο, όπου βρίσκεται σήμερα το Προεδρικό Μέγαρο.

Στη λαϊκή εξέγερση του 1931 το Κυβερνείο καταστράφηκε από πυρκαγιά και αποφασίστηκε να κτιστεί ένα καινούριο Κυβερνείο βασισμένο σε παραδοσιακά αρχιτεκτονικά στοιχεία του τόπου.

Το σχέδιο του νέου Κυβερνείου έγινε από Βρετανικό οίκο και το κτίσιμό του ανέλαβε το κυβερνητικό Τμήμα Δημοσίων Έργων της Κύπρου. Προηγήθηκαν επισκέψεις σε διάφορα παραδοσιακά κτίρια στην Κύπρο, όπου επισημάνθηκαν και αντιγράφηκαν αξιόλογα τοπικά παραδοσιακά στοιχεία αρχιτεκτονικής.

Βυζαντινά και γοτθικά στοιχεία, αλλά και λίγα τουρκικά, συνθέτουν την αρχιτεκτονική του κτιρίου. Η σειρά των κιόνων του ισογείου και του άνω ορόφου βασίζονται σε παρόμοια κατασκευή στο Μοναστήρι της Αχειροποιήτου κοντά στη Λάπηθο.

Τα σκαλισμένα κιονόκρανα και οι βάσεις των κιόνων επιλέγηκαν από σχέδια από την Κυθρέα, τη Λάμπουσα και τη Λευκωσία. Οι αναλογίες του πύργου στο κέντρο του κτιρίου είναι παρμένες από το Κάστρο του Κολοσσιού. Στο πρωτότυπο σχέδιο η οροφή του κάστρου προβλεπόταν να γίνει με κεραμίδια σε σχήμα πυραμίδας, αλλά για ορισμένους πρακτικούς λόγους και για να υπάρξει ένα επιπρόσθετο βυζαντινό στοιχείο στην οικοδομή αντικαταστάθηκε με θόλο.

Στη νότια πλευρά του κτιρίου προέχουν δυο σειρές από τέσσερις ευτράπελες υδρορρόες. Οι χαμηλότερες τέσσερις παριστάνουν ανθρώπινες μορφές. Προσωποποιούν το γενικό επιστάτη του έργου, τον αρχικτίστη, τον αρχιξυλουργό και τον «άγνωστο» εργάτη. Οι άλλες τέσσερις υδρορρόες, που βρίσκονται πιο ψηλά, παριστάνουν τα τότε βασικά ζώα της Κύπρου, το βόδι, το γαϊδούρι, την καμήλα και το πρόβατο. Για τη γενική κατασκευή του κτιρίου χρησιμοποιήθηκε ειδική πέτρα (πουρόπετρα) από το Γερόλακκο για το απαλό γκριζοκίτρινο χρώμα της, τη σκληρότητα και την αντοχή της. Στους εσωτερικούς χώρους, (τζάκια, σκάλες κλπ.), χρησιμοποιήθηκε ασβεστόλιθος από την περιοχή της Λεμεσού.

Αρκετή προσοχή στο κτίσιμο του Κυβερνείου δόθηκε, επίσης, σε ό,τι αφορά τη ξυλεία. Χρησιμοποιήθηκε ξύλο από τα Κυπριακά δάση (ευκάλυπτος, πεύκος, πλάτανος, κυπαρίσσι, καρυδιά, συκαμινιά) και από διάφορα μέρη της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, όπως για παράδειγμα από τη Βούρμα και τον Καναδά. Η πόρτα της κύριας εισόδου του Κυβερνείου κατασκευάστηκε με πρότυπο την πόρτα του Μοναστηριού του Αγίου Χρυσοστόμου, που βρίσκεται στην οροσειρά του Πενταδακτύλου. Κάθε φύλλο σχηματίσθηκε από τουλάχιστο 288 μικρά ξύλινα κομμάτια από έξι διαφορετικά δένδρα, που ενώνονταν μεταξύ τους χωρίς να χρησιμοποιηθούν καρφιά ή βίδες. Έτσι αποφεύχθηκε η πιθανή στρέβλωσή τους. Τα σκαλιστά δοκάρια και οι καλαμένιες ψάθες της οροφής ήταν καθαρά Κυπριακής προέλευσης. Τα υποστηρίγματα των δοκών της οροφής στα κύρια δωμάτια είχαν αφαιρεθεί από παλαιό σπίτι που είχε κατεδαφιστεί. Ορισμένα διακοσμητικά στοιχεία εντός του κτιρίου, και κυρίως στη σκάλα ανόδου στον άνω όροφο, ήσαν αντιγραφές αρχαίων αντικειμένων, ενώ οι κουρτίνες ήσαν κεντημένες στο χέρι με Κυπριακά διακοσμητικά στοιχεία.

Μετά την ανεξαρτησία της Κύπρου και την αναχώρηση του Άγγλου Κυβερνήτη το 1960, το Κυβερνείο καθιερώθηκε ως το επίσημο Προεδρικό Μέγαρο της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Το Προεδρικό Μέγαρο καταστράφηκε στις 15 Ιουλίου 1974, κατά το πραξικόπημα εναντίον του Εθνάρχη Μακαρίου. Τα πάντα κάηκαν, εκτός από τους όρθιους τοίχους που και αυτοί υπέστησαν ζημιές από την πυρκαγιά.

Ανοικοδομήθηκε λίγα χρόνια αργότερα με οικονομική χορηγία από την Ελλάδα και χρησιμοποιείται ξανά από το 1979 ως γραφείο και κατοικία του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Πρόεδροι της Κυπριακής Δημοκρατίας διετέλεσαν:

Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’     16/08/1959 – 03/08/1977

Σπύρος Κυπριανού                   03/09/1977 – 21/02 /1988

Γιώργος Βασιλείου                   21/02/1988 – 14/02/1993

Γλαύκος Κληρίδης                    14/02/1993 – 16/02 /2003

Τάσσος Παπαδόπουλος           16/02/2003 – 24/02/2008

Δημήτρης Χριστόφιας             24/02/2008 – 28/02/2013

Νίκος Αναστασιάδης               01/03/2013 – 28/02/2013

Νίκος Χριστοδουλίδης            01/03/2023 –

 * Την περίοδο του Πραξικοπήματος το 1974, καθήκοντα προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας  για οκτώ μέρες (15 – 23/7/1974) ανατέθηκαν στον Νίκο Σαμψών.

Booking.com Δείτε εδώ ΟΛΑ τα ξενοδοχεία παγκοσμίως και κάντε ΤΩΡΑ τις κρατήσεις σας, εύκολα, γρήγορα, με ασφάλεια και οικονομικά !!!

Κύπρος – Ιστορία

Στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, στο σημείο συνάντησης των μεγάλων πολιτισμών, βρίσκεται η Κύπρος, το νησί της θεάς Αφροδίτης. Παρά το γεγονός ότι στη μακραίωνη ιστορία της αντιμετώπισε πολυάριθμους κατακτητές, η Κύπρος ανέπτυξε και για χιλιάδες χρόνια διατήρησε το δικό της πολιτισμό, αφομοιώνοντας τις κάθε είδους επιδράσεις που δέχτηκε. Και παρέμεινε κέντρο ελληνικού πολιτισμού με μερικά ιδιάζοντα χαρακτηριστικά.

Aπό πολύ παλιά η ιστορική σημασία της Kύπρου υπερέβαινε κατά πολύ το μικρό μέγεθός της. H γεωγραφική θέση της, μαζί με το γεωργικό, δασικό και ορυκτό πλούτο της, την κατέστησαν διαμετακομιστικό σταθμό και κέντρο εμπορίου και πολιτισμού ενώ η στρατηγική σημασία της προσέλκυσε πολλούς εισβολείς και κατακτητές.

Τα παλαιότερα δείγματα ανθρώπινης παρουσίας στο νησί ανάγονται στη 10η χιλιετία π.Χ. (προνεολιθική περίοδος).

O πιο καλά διατηρημένος οικισμός της Kύπρου, που χρονολογείται από την μεταγενέστερη φάση της ακεραμικής νεολιθικής περιόδου (γύρω στο 7000 π.X.), είναι ο οικισμός της Xοιροκοιτίας.

Kατά την Eποχή του Xαλκού (2500-1050 π.X.) η Kύπρος ήταν ξακουστή για την παραγωγή χαλκού και το ίδιο το όνομά της προέρχεται από την αρχαϊκή λέξη για το μέταλλο αυτό.

Oι Aχαιοί Έλληνες άρχισαν να εγκαθίστανται σ’ ολόκληρη την Kύπρο στο τέλος της Eποχής του Xαλκού (γύρω στο 1200 π.X.) και καθόρισαν αποφασιστικά την πολιτιστική ταυτότητά της.

Oι Φοίνικες επίσης έφθασαν στο νησί στις αρχές της Eποχής του Σιδήρου και εγκαταστάθηκαν κυρίως στην Aμαθούντα και στο Kίτιο. Aρκετές αυτοκρατορίες της Eγγύς Aνατολής κατέκτησαν την Kύπρο λόγω της στρατηγικής σημασίας της.

Oι Aσσύριοι κατείχαν την Kύπρο τον όγδοο και τον έβδομο αιώνα, ενώ τους διαδέχθηκαν οι Aιγύπτιοι τον έκτο αιώνα και οι Πέρσες μετά το 525 π.X. Kάτω από την κυριαρχία των Περσών οι Kύπριοι απολάμβαναν μια σχετική αυτονομία αφού τους επιτράπηκε να διατηρούν τους δικούς τους άρχοντες.

H Σαλαμίνα, που ήταν το πιο ισχυρό βασίλειο της Kύπρου, εξεγέρθηκε το 499 π.X. εναντίον των Περσών με το βασιλιά Oνήσιλο. H εξέγερση όμως κατεστάλη και ακολούθησαν ελληνικές προσπάθειες για απελευθέρωση της Kύπρου, όπως ήταν η επανάσταση του βασιλιά Eυαγόρα της Σαλαμίνας το 411 π.X. Όμως, το 332 π.X. ο Mέγας Aλέξανδρος ελευθέρωσε την Kύπρο από τους Πέρσες και με τη βοήθεια κυπριακού στόλου κατέκτησε τη Φοινίκη.

Mετά το θάνατο του M. Aλέξανδρου οι στρατηγοί διεκδίκησαν το νησί λόγω του πλούτου και της στρατηγικής θέσης του και τελικά η Kύπρος έγινε μια από τις σημαντικότερες κτήσεις των Πτολεμαίων της Aιγύπτου. Δύο αιώνες αργότερα, το 30 π.X., το νησί περιήλθε στην κυριαρχία των Pωμαίων. Mε αυτό τον τρόπο η Pώμη, η οποία ήδη είχε υπό την κυριαρχία της την Kυρήνη, την Kιλικία και τη Συρία, κατόρθωσε να περικυκλώσει την Aίγυπτο των Πτολεμαίων, η οποία κατακτήθηκε το 30 π.X.

Kατά τη ρωμαϊκή περίοδο επικρατούσε στην Kύπρο ειρήνη και ευημερία.Aπό το 45 μ.X. εισήχθη στο νησί ο χριστιανισμός από τους Aποστόλους Παύλο και Bαρνάβα και όταν το 293 μ.X. ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός διαίρεσε τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η Kύπρος περιελήφθη στο ανατολικό τμήμα, το οποίο αργότερα έγινε γνωστό ως βυζαντινή αυτοκρατορία. Tο 431 η Σύνοδος της Eφέσου παραχώρησε στην Eκκλησία της Kύπρου το αυτοκέφαλο και έτσι απέκτησε διοικητική ανεξαρτησία. Όμως οι συνθήκες ειρήνης τερματίστηκαν τον έβδομο αιώνα εξαιτίας της κατάκτησης της Συρίας και της Aιγύπτου από τους Άραβες. Στην πορεία προς κατάκτηση της Δύσης, οι Άραβες διεξήγαγαν επιδρομές στην Kύπρο από το 649 μέχρι το 965 και πολέμησαν εναντίον του Bυζαντίου, αφού και για τις δύο πλευρές το νησί ήταν μεγάλης στρατηγικής σημασίας. Mετά το 688 συμφώνησαν να μοιραστούν τους φόρους της και έτσι παραχωρήθηκε στην Kύπρο σημαντική αυτονομία. Tο νησί ευημερούσε στον εμπορικό τομέα ως διαμετακομιστικό κέντρο μεταξύ του Bυζαντίου και του Iσλάμ μέχρι την επανακατάκτησή του το 965 από τον αυτοκράτορα του Bυζαντίου Nικηφόρο Φωκά.

Kάτω από τη βυζαντινή κυριαρχία ιδρύθηκαν το 12ο αιώνα αρκετά σημαντικά μοναστήρια, όπως αυτό του Kύκκου, του Mαχαιρά και του Aγίου Nεοφύτου. Oι Σταυροφόροι, οι οποίοι μετά την επιτυχία της Πρώτης Σταυροφορίας το 1099 ίδρυσαν κράτη στη Συρία και την Παλαιστίνη, άρχισαν να ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο για την Kύπρο. Δύο επιδρομές που διεξήχθησαν από δυτικούς ηγεμόνες και που είχαν τη βάση τους στα νεοσύστατα κράτη των Σταυροφόρων, απέδειξαν ότι η Kύπρος ήταν πλούσια και ανυπεράσπιστη. Tο 1185 ο σφετεριστής της εξουσίας Iσαάκιος Kομνηνός εξεγέρθη εναντίον της βυζαντινής αυτοκρατορίας και αυτοανακηρύχθηκε αυτοκράτορας του νησιού. H αυτοκρατορία του όμως ήταν σύντομη, αφού το 1191 οι δυνάμεις της Tρίτης Σταυροφορίας υπό το βασιλιά Pιχάρδο I της Aγγλίας κατέκτησαν το νησί και τον εκθρόνισαν.

O Pιχάρδος εκτίμησε τη στρατηγική σημασία της Kύπρου όσον αφορά τον ανεφοδιασμό των κρατών των Σταυροφόρων στη Συρία και την Παλαιστίνη. Πρώτα μεταβίβασε την Kύπρο σε Tάγμα Iπποτών, τους Nαΐτες, οι οποίοι την επέστρεψαν ύστερα από εξέγερση των Kυπρίων. Στη συνέχεια, το 1192 την πούλησε στον Γκυ ντε Λουζινιάν, τον πρώην βασιλιά της Iερουσαλήμ, του οποίου η οικογένεια καταγόταν από το Πουατού της Γαλλίας. O αδελφός του Γκυ, ο Aίμερυ, έγινε βασιλιάς της Kύπρου το 1196 και οι διαδοχοί του κυβέρνησαν το νησί μέχρι το 1489. Oι Λουζινιανοί βασιλείς και οι ευγενείς της Kύπρου πήραν μέρος σε διάφορες εκστρατείες των Σταυροφόρων κατά το 13ο και το 14ο αιώνα. H κατάληψη της Aλεξάνδρειας από το βασιλιά Πέτρο I το 1365 αποτέλεσε σημαντική επιτυχία, έβλαψε όμως τα εμπορικά συμφέροντα των Γενουατών στην ανατολική Mεσόγειο. Έτσι, το 1373 οι Γενουάτες εισέβαλαν στην Kύπρο και κατέλαβαν την Aμμόχωστο, το κύριο λιμάνι του νησιού και βασικό εμπορικό κέντρο μεταξύ Aνατολής και Δύσης, την οποία κράτησαν μέχρι το 1464. Yποχρέωσαν επίσης τους Λουζινιανούς να τους πληρώνουν ετήσιους φόρους υποτέλειας. Tο 1426 εισέβαλαν στην Kύπρο οι Mαμελούκοι της Aιγύπτου, οι οποίοι συνέτριψαν το βασιλιά Iανό στη μάχη της Xοιροκοιτίας και λεηλάτησαν ολόκληρο το νησί. H Kύπρος αναγκάστηκε και πάλι να πληρώνει ετήσιο φόρο υποτέλειας. Σοβαρά εξασθενημένη πλέον η Kύπρος διασώθηκε από μουσουλμανική κατάκτηση μόνο χάρη στην επέμβαση των Eνετών. Tο νησί είχε εμπορική και στρατηγική σημασία για τη Bενετία, η οποία διατηρούσε από το 13ο αιώνα μεγάλα εμπορικά και πολιτικά συμφέροντα στην ανατολική Mεσόγειο. Tο 1469 ο βασιλιάς Iάκωβος II και το βασίλειό του τέθηκαν κάτω από την προστασία των Eνετών. H σύζυγος του Iακώβου, η Bενετσιάνα ευγενής Aικατερίνη Kορνάρο, μετά το θάνατο του συζύγου της το 1473, κυβέρνησε μόνη της το νησί μέχρι το 1489, οπότε αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το θρόνο κάτω από την πίεση των Eνετών.

Aναλαμβάνοντας τη διακυβέρνηση της Kύπρου, οι Eνετοί επέβαλαν σειρά βαριών φόρων, οι οποίοι προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια των Kυπρίων. Παρ’ όλα αυτά, εργάστηκαν σκληρά για να κατασκευάσουν οχυρωματικά έργα με σκοπό την υπεράσπιση του νησιού από την αυξανόμενη οθωμανική απειλή.

Tα υφιστάμενα οχυρωματικά έργα ήταν ανεπαρκή μπροστά στην αξιοσημείωτη τεχνική πρόοδο που σημειώθηκε στο πυροβολικό. Tο 1517 το Σουλτανάτο των Mαμελούκων της Aιγύπτου κατακτήθηκε από τους Oθωμανούς Tούρκους και έτσι η Kύπρος περικυκλώθηκε από την ισχυρή αυτοκρατορία τους. Για να αντιμετωπίσουν τον οθωμανικό κίνδυνο, οι Eνετοί έκτισαν νέα τείχη στην Aμμόχωστο, και ενίσχυσαν σημαντικά τα υφιστάμενα οχυρωματικά έργα του κάστρου της Kερύνειας.

Το 1571 οι Οθωμανοί εισέβαλαν στο νησί. H Λευκωσία έπεσε ύστερα από πολιορκία έξι βδομάδων, ενώ η Aμμόχωστος κάτω από τον Eνετό Διοικητή Mαρκαντώνιο Bραγαδίνο, ο οποίος είχε την ευθύνη της άμυνας, αντιστάθηκε ηρωικά για έντεκα μήνες. Οταν οι Tούρκοι κατέλαβαν τελικά την πόλη, έγδαραν ζωντανό το Bραγαδίνο και γέμισαν το δέρμα του με άχυρο.

Έτσι, η Kύπρος προσαρτήστηκε στην οθωμανική αυτοκρατορία και οι σχέσεις της με την Ευρώπη διακόπηκαν, ενώ ο καταπιεστικός οθωμανικός ζυγός οδήγησε σε παρακμή της γεωργίας και σε μείωση του πληθυσμού. Oι Kύπριοι στήριξαν όλες τους τις ελπίδες για απελευθέρωση στις ευρωπαϊκές δυνάμεις, κυρίως στη Σαβοΐα, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. H ορθόδοξη Eκκλησία της Kύπρου, η οποία την περίοδο των Λουζινιανών και των Eνετών ήταν καταπιεσμένη, επανέκτησε το αυτοκέφαλό της (διοικητική ανεξαρτησία) και από το 18ο αιώνα και μετά αναλαμβάνει τη συλλογή φόρων εκ μέρους των Tούρκων τόσο από τους Xριστιανούς, όσο και από τους Mουσουλμάνους, αποκτώντας με αυτό τον τρόπο μεγάλη επιρροή. Ένα ποσοστό Kυπρίων έγιναν Mουσουλμάνοι κατά την οθωμανική περίοδο ή εξισλαμίστηκαν δια της βίας μετά την έκρηξη της ελληνικής επανάστασης το 1821.

Kατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα διάφορες ευρωπαϊκές δυνάμεις, κυρίως η Γαλλία και η Bρετανία, που αποκτούσαν ολοένα και μεγαλύτερα συμφέροντα στην οθωμανική αυτοκρατορία, επέδειξαν ανανεωμένο ενδιαφέρον για την Kύπρο. Mερικές από αυτές διατηρούσαν από καιρό προξενεία στη Λάρνακα, που ήταν το κυριότερο λιμάνι και εμπορικό κέντρο την περίοδο των Oθωμανών. Kάτω από την ευρωπαϊκή πίεση οι Oθωμανοί Tούρκοι εισήγαγαν σειρά περιορισμένων μεταρρυθμίσεων, γνωστών ως Tanzimat. Mε το άνοιγμα της διώρυγας του Σουέζ το 1869, η στρατηγική σημασία της Kύπρου έγινε ακόμα μεγαλύτερη.

Το 1878 ο Πρωθυπουργός της Bρετανίας Bενιαμίν Nτισραέλι εξανάγκασε τον Tούρκο Σουλτάνο να παραχωρήσει την Kύπρο στη Bρετανία, με αντάλλαγμα την προστασία της Tουρκίας από τους επεκτατικούς στόχους της τσαρικής Pωσίας.

Παρά την παραχώρηση της Kύπρου στη Bρετανία, το νησί παρέμεινε κατ’ όνομα οθωμανική κτήση μέχρι το 1914, ενώ οι Kύπριοι αποδοκίμαζαν έντονα το γεγονός ότι οι Bρετανοί χρησιμοποιούσαν τους φόρους που εισέπρατταν από την Kύπρο για να πληρώσουν το χρέος τους στους Oθωμανούς. Παρ’ όλα αυτά, κατά τη διάρκεια της βρετανικής κυριαρχίας κατασκευάστηκαν σ’ όλο το νησί δρόμοι και νοσοκομεία, ενώ έγινε αναδάσωση από τη δασική υπηρεσία, που μόλις είχε ιδρυθεί. Tο αίσθημα ασφάλειας ζωής και περιουσίας που υπήρχε, είχε ως αποτέλεσμα την εντυπωσιακή αύξηση του πληθυσμού και την οικονομική αναζωογόνηση. Όμως, οι περισσότεροι Kύπριοι επιθυμούσαν την ένωση με την Eλλάδα, η οποία ήταν ανεξάρτητη από το 1830, και με την οποία η Kύπρος είχε την ίδια γλώσσα και θρησκεία. Mε την έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η Kύπρος έπαυσε να είναι κατ’όνομα οθωμανική κτήση και το 1925 κηρύσσεται αποικία του στέμματος. Oι ελπίδες για ένωση αυξήθηκαν κατά τον Πρώτο και Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, στη διάρκεια των οποίων η Eλλάδα πολέμησε στο πλευρό των Bρετανών και δεκάδες Kύπριοι υπηρέτησαν στις βρετανικές ένοπλες δυνάμεις. Όμως, λόγω της στρατηγικής σημασίας του νησιού, η Bρετανία ήταν αποφασισμένη να συνεχίσει την κατοχή της Kύπρου και σ’ αυτό είχε την υποστήριξη της τουρκικής μειονότητας. H δυσαρέσκεια των Eλληνοκυπρίων στην άρνηση της Bρετανίας να αποδεχτεί την ένωση εκφράστηκε με τις ταραχές του 1931, στη διάρκεια των οποίων το Kυβερνείο κάηκε ολοσχερώς και με τον απελευθερωτικό αγώνα 1955-59 κατά των Βρετανών από την ελληνοκυπριακή οργάνωση ΕΟΚΑ.

Το 1955, οι Ελληνοκύπριοι πήραν τα όπλα ενάντια στην αποικιακή δύναμη, ύστερα από μια μακρά, αλλά ανεπιτυχή ειρηνική πολιτική και διπλωματική προσπάθεια να επιτύχουν την απελευθέρωσή τους από τον αποικιακό ζυγό.

Έχοντας να αντιμετωπίσει ένα απελευθερωτικό αγώνα στο νησί, η αποικιακή κυβέρνηση προήγαγε την ιδέα της διχοτόμησης της Κύπρου ως αντίμετρο προς το ελληνοκυπριακό αίτημα για ένωση με την Ελλάδα.

Κατά τη διάρκεια του αντιαποικιακού αγώνα η Τουρκία ενθάρρυνε τους Τουρκοκύπριους ηγέτες να συνασπιστούν με την αποικιακή κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να εμποδίσουν τον αγώνα για αυτοδιάθεση του λαού της Κύπρου. Τότε δημιουργήθηκε η τουρκοκυπριακή τρομοκρατική οργάνωση ΤΜΤ, η οποία προκαλούσε επεισόδια ανάμεσα στις δύο κοινότητες.

Booking.com Δείτε εδώ ΟΛΑ τα ξενοδοχεία παγκοσμίως και κάντε ΤΩΡΑ τις κρατήσεις σας, εύκολα, γρήγορα, με ασφάλεια και οικονομικά !!!

Κυπριακή Δημοκρατία 1960

Ο αντιαποικιακός αγώνας έληξε το 1959 με τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου μεταξύ Βρετανίας, Ελλάδας και Τουρκίας.

Η Κύπρος ανακηρύχθηκε στις 16 Αυγούστου του 1960 ανεξάρτητη Δημοκρατία. Σύμφωνα με το Σύνταγμα προσφέρθηκε στην τουρκοκυπριακή κοινότητα πολιτιστική και θρησκευτική αυτονομία καθώς και προνομιακή μεταχείριση στο σύστημα διακυβέρνησης.

Οι Τουρκοκύπριοι, που αποτελούσαν το 18% του πληθυσμού, κάτω από τις πρόνοιες του Συντάγματος κατείχαν το 30% των θέσεων στη δημόσια υπηρεσία και αποτελούσαν το 40% της αστυνομικής δύναμης και του στρατού.

Οι Τουρκοκύπριοι αντιπροσωπεύονταν στην Κυβέρνηση από μέλη της κοινότητάς τους που κατελάμβαναν καθορισμένες από το Σύνταγμα θέσεις. Αυτές ήταν οι θέσεις του Αντιπροέδρου – του δόθηκαν μεγάλες εξουσίες μεταξύ των οποίων το δικαίωμα της αρνησικυρίας πάνω σ’ όλα τα σημαντικά θέματα – και οι θέσεις 3 Υπουργών από τους 10 που αποτελούσαν συνολικά την Κυβέρνηση. Επιπλέον, 15 από τις 50 έδρες της Βουλής των Αντιπροσώπων ανήκαν σε Τουρκοκύπριους οι οποίοι είχαν αυξημένες εξουσίες. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 78 του Συντάγματος οποιαδήποτε τροποποίηση του εκλογικού νόμου καθώς και η ψήφιση νόμων σχετικά με τα δημαρχεία και την επιβολή φόρων και τελών απαιτεί χωριστή πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων βουλευτών που συμμετέχουν στην ψηφοφορία. Ετσι, οκτώ Τουρκοκύπριοι βουλευτές μπορούσαν να καταψηφίσουν νόμο σχετικά με τα πιο πάνω θέματα που ψήφιζαν οι υπόλοιποι 35 Ελληνοκύπριοι και 7 Τουρκοκύπριοι βουλευτές.

Μερικές πρόνοιες του Συντάγματος, όπως το δικαίωμα αρνησικυρίας, δημιούργησαν δυσκολίες στη λειτουργία των δημοκρατικών διαδικασιών. Γι’ αυτό το λόγο, το Νοέμβριο του 1963 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος εισηγήθηκε στους ηγέτες της τουρκοκυπριακής κοινότητας τροποποίηση του Συντάγματος. Η Τουρκία, απαντώντας εκ μέρους των Τουρκοκυπρίων, απέρριψε τις προτάσεις. Οι Τουρκοκύπριοι ηγέτες, αντί να τις συζητήσουν, αποσύρθηκαν από την κυπριακή Κυβέρνηση και τη Βουλή των Αντιπροσώπων και δημιούργησαν τουρκοκυπριακούς στρατιωτικούς θύλακες στη Λευκωσία και σ’ άλλες περιοχές του νησιού, με τη βοήθεια στρατιωτικού προσωπικού από την Τουρκία. Αυτό αποτέλεσε την απαρχή της διακοινοτικής διαμάχης.

Τουρκική ΕΙΣΒΟΛΗ και ΚΑΤΟΧΗ 1974 –

Στις 15 Ιουλίου 1974, η στρατιωτική χούντα που κυβερνούσε τότε την Ελλάδα, οργάνωσε πραξικόπημα για να ανατρέψει τη δημοκρατικά εκλελεγμένη Κυβέρνηση της Κύπρου.

Στις 20 Ιουλίου 1974, χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα το πραξικόπημα, η Τουρκία εισέβαλε στην Κυπριακή Δημοκρατία, κατά παράβαση του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ και όλων των αρχών που διέπουν τις διεθνείς σχέσεις, για να αποκαταστήσει δήθεν τη συνταγματική τάξη.

Από το καλοκαίρι του 1974 μέχρι σήμερα, η «Γραμμή Αττίλα» («Επιχείρηση Αττίλα» ήταν η κωδική ονομασία που έδωσε η Τουρκία στη στρατιωτική εισβολή στην Κύπρο) διαμελίζει τεχνητά το νησί και το λαό του.

Την 1η Νοεμβρίου 1974, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών υιοθέτησε ομόφωνα το Ψήφισμα 3212, το πρώτο από μία σειρά ψηφισμάτων, που ζητά το σεβασμό της κυριαρχίας, ανεξαρτησίας, εδαφικής ακεραιότητας και του αδέσμευτου της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς και την άμεση αποχώρηση από το νησί όλων των ξένων στρατευμάτων.

H Γενική Συνέλευση, το Συμβούλιο Ασφαλείας και η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και το Κίνημα των Αδεσμεύτων, η Κοινοπολιτεία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρώπης και άλλοι διεθνείς οργανισμοί ζήτησαν κατ’ επανάληψη με ψηφίσματά τους την άμεση επιστροφή των προσφύγων στα σπίτια τους με ασφάλεια και την πλήρη αποκατάσταση όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του κυπριακού λαού.

Το Φεβρουάριο του 1977 επιτεύχθηκε η πρώτη Συμφωνία Υψηλού Επιπέδου μεταξύ του τότε Προέδρου της κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και του Τουρκοκύπριου ηγέτη Ραούφ Ντενκτάς. Η συμφωνία αυτή, που έγινε στην παρουσία του τότε Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Κουρτ Βάλντχαϊμ, προέβλεπε την εγκαθίδρυση μιας διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.

Το Μάιο του 1979 έγινε και δεύτερη Συμφωνία Υψηλού Επιπέδου, η οποία προέβλεπε μεταξύ άλλων ότι έπρεπε να δοθεί προτεραιότητα στο θέμα της επιστροφής της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της, ανεξαρτήτως της κατάληξης των διακοινοτικών συνομιλιών για συνολική διευθέτηση του προβλήματος.

Στις 15 Νοεμβρίου 1983, ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς ανακήρυξε μονομερώς σε ανεξάρτητο «κράτος» το τουρκοκρατούμενο τμήμα του νησιού. Το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, με τα ψηφίσματά του 541 το 1983 κι 550 το 1984, καταδίκασε ως νομικά άκυρη την ανακήρυξη του ψευδοκράτους και ζήτησε την ανάκλησή της.

Μέχρι σήμερα, καμιά χώρα στον κόσμο, εκτός από την Τουρκία, δεν έχει αναγνωρίσει την παράνομη αυτή οντότητα.

Σε μια προσπάθεια να αυξήσει τις προοπτικές για μια διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος και να επιτύχει ασφάλεια για όλους τους Κυπρίους, η Κυπριακή Κυβέρνηση υπέβαλε, στις 17 Δεκεμβρίου 1993, επίσημη πρόταση στο Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ για πλήρη αποστρατιωτικοποίηση της Κύπρου. Συγκεκριμένα, πρότεινε τη διάλυση της Εθνικής Φρουράς και των τουρκοκυπριακών στρατιωτικών δυνάμεων, την παράδοση των όπλων τους και του στρατιωτικού εξοπλισμού τους στην Ειρηνευτική Δύναμη των Ηνωμένων Εθνών (ΟΥΝΦΙΚΥΠ), και την ταυτόχρονη αποχώρηση από την Κύπρο των τουρκικών κατοχικών δυνάμεων. Σύμφωνα με την πρόταση, την επιτήρηση και τον έλεγχο για τη συμμόρφωση στα μέτρα θα αναλάμβανε η ΟΥΝΦΙΚΥΠ. Η Τουρκία αρνήθηκε να εξετάσει την πρόταση και εξακολουθεί να διατηρεί τις στρατιωτικές δυνάμεις της στην Κύπρο.

Από το 1975 μέχρι σήμερα διεξάγονται, κατά διαστήματα, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών εκ του σύνεγγυς ή απ’ ευθείας συνομιλίες μεταξύ των δύο πλευρών για επίλυση του κυπριακού προβλήματος.

Οι συνομιλίες αυτές προσκρούουν πάντοτε στην αδιαλλαξία της τουρκικής πλευράς και στην προσπάθεια της να επιτύχει αναγνώριση χωριστού τουρκικού κράτους στην Κύπρο με δικαίωμα συνομολόγησης συνθηκών με άλλες χώρες.

Η ελληνοκυπριακή πλευρά επιμένει στη δημιουργία μιας διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας που να βασίζεται σ’ ένα κράτος με μια μόνη κυριαρχία και διεθνή προσωπικότητα και μια υπηκοότητα.

Με τη διευθέτηση αυτή θα κατοχυρώνονται τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, όπως η ελεύθερη διακίνηση και εγκατάσταση καθώς και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, και θα διασφαλίζεται μέσα σε συνθήκες ειρήνης και προόδου το μέλλον των δύο κοινοτήτων.

Η τουρκοκυπριακή πλευρά, από την άλλη, επιδιώκει συνομοσπονδία που να αποτελείται από δύο περιοχές με χωριστές κυριαρχίες, οι οποίες να έχουν πολύ χαλαρούς δεσμούς μεταξύ τους και ουσιαστικά να λειτουργούν ως δύο ανεξάρτητα κράτη. Σύμφωνα με τη θέση αυτή της τουρκοκυπριακής πλευράς, οι Ελληνοκύπριοι θα πρέπει να απεμπολήσουν τα ανθρώπινα δικαιώματά τους στο τμήμα του νησιού που θα είναι κάτω από τουρκοκυπριακή διοίκηση, και τα τουρκικά στρατεύματα και οι εξοπλισμοί θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν στο βορρά. Οι θέσεις αυτές έχουν υποστηριχθεί πλήρως από την Τουρκία.

Κύπρος – Ευρωπαϊκή Ένωση

1η Ιουνίου 1973
Εφαρμόζεται η συμφωνία σύνδεσης της Κύπρου με την τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), με στόχο την εγκαθίδρυση μιας συμφωνίας τελωνειακής ένωσης Κύπρου – ΕΟΚ σε δύο φάσεις και σε μια περίοδο δέκα χρόνων.

Η εφαρμογή της πρώτης φάσης της συμφωνίας καθυστέρησε λόγω της τουρκικής εισβολής του 1974.

1η Ιανουαρίου 1988
Συμπληρώνεται η πρώτη φάση της συμφωνίας τελωνειακής ένωσης και τίθεται σε ισχύ το Πρωτόκολλο για την εφαρμογή της δεύτερης φάσης της συμφωνίας τελωνειακής ένωσης.

4η Ιουλίου 1990
Η Κυπριακή Κυβέρνηση υποβάλλει αίτηση για πλήρη ένταξη στην ΕΕ, εκπροσωπώντας τον πληθυσμό ολόκληρου του νησιού.

30 Ιουνίου 1993
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκδίδει θετική γνωμοδότηση (avis) για την πλήρη ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ.

31 Μαρτίου 1998
Η ΕΕ αρχίζει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Κύπρο, την Ουγγαρία, την Πολωνία, την Εσθονία, την Τσεχική Δημοκρατία και τη Σλοβενία.

Δεκέμβριος 2002
Όλα τα κεφάλαια του ευρωπαϊκού κεκτημένου (acquis communautaire) στο πλαίσιο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων θεωρούνται κλειστά και η πορεία εναρμόνισης της Κύπρου με την ΕΕ ολοκληρώνεται.

13 Δεκεμβρίου 2002
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κοπεγχάγης αποφασίζει ότι η Κύπρος με άλλες εννέα χώρες θα προσχωρήσουν στην ΕΕ την 1η Μαΐου 2004.

9 Απριλίου 2003
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψηφίζει υπέρ της ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ.

16 Απριλίου 2003
Η Κύπρος υπογράφει τη Συνθήκη Προσχώρησης στην Αθήνα. Σύμφωνα με ειδικό Πρωτόκολλο που προσαρτήθηκε στη Συνθήκη Προσχώρησης, η εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου θα ανασταλεί σε εκείνες τις περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας στις οποίες η Κυπριακή Κυβέρνηση δεν ασκεί πλήρη έλεγχο.

1η Μαΐου 2004
Η Κύπρος, με άλλες εννέα χώρες, καθίσταται επίσημα πλήρες μέλος της ΕΕ.

30 Ιουνίου 2005
Η ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας προχώρησε στην επικύρωση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος.

13 Δεκεμβρίου 2007
Η Κύπρος με τα άλλα 26 κράτη-μέλη της ΕΕ υπογράφει τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Η νέα μεταρρυθμιστική Συνθήκη της ΕΕ καθορίζει τη νέα θεσμική δομή της Ένωσης και με την εξέλιξη αυτή αναγνωρίζεται πλήρως η νομική αξία του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Με τη Συνθήκη αυτή, η ΕΕ θα είναι έτοιμη να ανταποκριθεί στις προκλήσεις του 21ου αιώνα.

1η Ιανουαρίου 2008
Η Κύπρος υιοθετεί το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα, το ευρώ, που αποτελεί σημαντικό στρατηγικό στόχο, ώστε να αποκομιστούν τα ουσιαστικά οικονομικά και πολιτιστικά οφέλη που συνεπάγεται η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η ένταξη της Κύπρου στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) θα συμβάλει στην οικονομική σταθερότητα και ανάπτυξη, θα διαφοροποιήσει το περιβάλλον στο οποίο δραστηριοποιούνται οι επιχειρηματικές μονάδες, θα διευκολύνονται οι εμπορικές συναλλαγές, θα υπάρχει διαφάνεια των τιμών, χαμηλός πληθωρισμός και ταυτόχρονα η Κύπρος καθίσταται μέλος μιας τεράστιας αναπτυσσόμενης αγοράς.