ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟ
Σμαραγδένιου Νησιού Αφροδίτη,
αχ, γλυκεία, πανώρια πατρίδα,
νύμφη ανύμφευτη, αιχμάλωτη κόρη,
πιο ωραία στον Κόσμο δεν είδα.
Τώρα υφαίνω τα κρόσσια της μνήμης
στου ονείρου το μαύρο στημόνι.
Που η δική σου καρδιά δε χτυπάει,
λατρευτή, τη δική μου ματώνει.
Πόλη-φάντασμα, μόνη στον Κόσμο,
σπαρταράς πάνω στ’ άγριο κύμα,
μα οι τρανοί -τυφλωμένοι- δε βλέπουν
πως πληρώνεις το άδικο κρίμα.
Ξακουσμένη γοργόνα του πόντου,
«ο Αλέξανδρος ζει», θά ’ρθει πάλι
-Αρχαγγέλου ρομφαία κρατώντας-
στο αμμόχωστο κι άδειο ακρογιάλι.
Λευτεριά οι καμπάνες θα ηχούνε,
αναστάσιμη θα ’ναι η χαρά σου,
Ελληνόπουλα πάλι να έρθουν
στην παλιά και ζεστή αγκαλιά σου.
Προσφυγάκι αν είμαι στα ξένα
-που η μοίρα μ’ εσένα μ’ ενώνει-
σαν πουλί θα πετάξω κοντά σου
για φωλιά στο δικό σου μπαλκόνι.
Της ψυχής τα φτερά δυναμώνουν
απ’ το γάλα που μ’ είχες ποτίσει.
Την πορεία μού δείχνει το Δίκιο
και το χώμα που μ’ έχει αναστήσει.
Σκλαβωμένη γλυκιά μου πατρίδα,
’σύ με βύζαξες σθένος κι ελπίδα.
Νίκος Μπατσικανής