Το Τσέρι βρίσκεται νότια της Λευκωσίας, κάπου οκτώ χιλιόμετρα από αυτή και συνορεύει στα βόρεια με το Στρόβολο, στ’ ανατολικά με τα Λατσιά, στα δυτικά με τη Δευτερά, βορειοδυτικά με τη Λακατάμια και στα νότια με τον Αναλυόντα, Μαρκί και Κοτσιάτη. Από την ίδρυσή του μέχρι τις μέρες μας, είχε μόνιμα πληθυσμιακή αύξηση και σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, οι κάτοικοι του πλησιάζουν τις έξι χιλιάδες.
Το Τσέρι είναι μια νέα κοινότητα ηλικίας όχι μεγαλύτερης των 250 χρόνων, ιδρυμένη κατά την περίοδο της ύστερης τουρκοκρατίας στην Κύπρο. Παρά το γεγονός ότι κάποιοι ιστορικοί των μεσαιωνικών χρόνων , όπως Μας ντε Λατρίς κι ο Φλώριος Βουστρώνιος κάνουν αναφορά του τοπωνυμίου Τσέρι, ο πρώτος ότι υπήρχε από το 1190 κι ο δεύτερος ότι στα μέσα του δέκατου πέμπτου αιώνα, δόθηκε ως φέουδο στον Ιωάννη ντε Λήδρο, το χωριό δεν σημειώνεται σε παλιούς χάρτες της Κύπρου, ούτε γίνονται αναφορές του σε μεσαιωνικές πηγές. Άλλωστε είναι γνωστό πως η πρώτη ονομασία της κοινότητας δεν ήταν Τσέρι, αλλά Ξέρη, όνομα που χρησιμοποιείτο μέχρι και τα χρόνια της αγγλοκρατίας.
Η ιστορία του χωριού είναι περισσότερο γνωστή κατά τους δύο τελευταίους αιώνες, όπως αυτό μαρτυρείται μέσα από τα κατάστιχα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, τα κρατικά αρχεία και αρχεία βιβλιοθηκών. Από τα πρώτα χρόνια της δημιουργίας της η κοινότητα κατοικήθηκε από Έλληνες, ενώ για μια περίοδο γύρω στο 1861, που το χωριό δόθηκε από τους Τούρκους στον Mehmed για τον Ahmed( πληροφορία από τα αρχεία της Εθνικής βιβλιοθήκης της Σόφιας 1571-1878) εγκαταστάθηκαν και μερικοί Τούρκοι, αλλά για μικρή περίοδο. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας το Τσέρι διοικητικά υπαγόταν στον Καζάν Κυθρέας.
Οι πρώτοι κάτοικοι ήταν ορισμένοι βοσκοί (πρώτος αναφέρεται ο Γιάννουκκος) οι οποίοι αρχικά έκτισαν τις μάντρες τους, γύρω στο 1750 μ.χ.
Για την προέλευση των πρώτων κατοίκων υπάρχουν δυο εκδοχές. Η πρώτη αναφέρει πως αυτοί προέρχονταν από το γειτονικό χωριό Καμπιά, ενώ η δεύτερη αναφέρει, πως το χωριό κατοικήθηκε από τους τελευταίους κατοίκους του χωριού Τρυπί, το οποίο βρισκόταν στη νότια πλευρά του Τσεριού, κάπου ενάμισι χιλιόμετρο από αυτό. Το Τρυπί σημειώνεται σε παλιούς χάρτες της Κύπρου των χρονολογιών 1573 και 1650 μ. χ. Σε μικρή απόσταση από το Τρυπί, ήταν κτισμένος μεσαιωνικός οικισμός στην τοποθεσία «Λυσατζιά» πράγμα που μαρτυρείται από αρχαιολογικά ευρήματα του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου.
Πληροφορίες ηλικιωμένων προσώπων της κοινότητας, αναφέρουν ως πρώτες τις πιο κάτω οκτώ οικογένειες, οι οποίες αποτέλεσαν και τον πρώτο πυρήνα δημιουργίας του Τσεριού:
1.Οικογένεια Γιάννουκκου.
2. Χατζηχαράλαμπου.
3. Σσιοναντή.
4. Αρβυλή
5. Τζυρκακού.
6. Χατζηγιώρκα.
7. Μουστακά
8. Μήτρου (Ο Μήτρος ήταν αδερφός του Γιάννουκκου).
Η έκταση του Τσερίου ανέρχεται στα 2710 εκτάρια και σε αυτή συγκεντρώνονται ή προβλέπεται να συγκεντρωθούν διάφορες χρήσεις, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται η κτηνοτροφική περιοχή, η βιομηχανική ζώνη, η βιοτεχνική ζώνη, το πεδίο βολής της Εθνικής φρουράς, το στρατόπεδο, μέρος του σκοπευτηρίου, διάφορα λατομεία, το αεροδρόμιο ελαφράς αεροπορίας και οι εγκαταστάσεις της Α.Η.Κ.
Η βιοτεχνική ζώνη Τσερίου, βρίσκεται στα ανατολικά του πυρήνα της κοινότητας και εφάπτεται της βασικής αρτηρίας, που έχει πρόσφατα βελτιωθεί και συνδέει το Τσέρι με τον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας – Λεμεσού. Σήμερα στη βιομηχανική ζώνη, στεγάζονται βιοτεχνικά – αποθηκευτικά υποστατικά, τα οποία είναι διάσπαρτα στο χώρο της ζώνης.
Στην κοινότητα υπάρχουν περισσότερες των 50 βιοτεχνιών και εργαστηρίων, τα οποία έχουν ανεγερθεί στις οικιστικές ζώνες. Από το 1996 έχει καθοριστεί, στο Τσέρι, βιοτεχνική ζώνη, η οποία βρίσκεται δυτικά της βιομηχανικής και σε απόσταση περίπου 80 μέτρων από την οικιστική ζώνη.
Η ανάπτυξη του βιομηχανικού τομέα στο Τσέρι, παρουσιάζει συγκριτικά πλεονεκτήματα, σε σχέση με την περιοχή του Τοπικού σχεδίου Λευκωσίας, όσον αφορά την εύκολη οδική προσπέλαση προς αυτή, λόγω της γεωγραφικής θέσης του Τσερίου, σε σχέση με το προγραμματιζόμενο εθνικό οδικό δίκτυο και τους δρόμους πρωταρχικής σημασίας που το περιβάλλουν.
Πηγή: Κοινοτικό Συμβούλιο Τσερίου