Κυπριακή επιτραπέζια ελιά
Η Κυπριακή επιτραπέζια ελιά παράγεται από την επεξεργασία των καρπών της ντόπιας Κυπριακής ποικιλίας που καλλιεργείται σε όλο το νησί.
Ιστορία: Αρχαιολογικές ανασκαφές έφεραν στο φως κουκούτσια ελιάς σε οικισμούς της Νεολιθικής Εποχής και απομεινάρια αρχαίου πέτρινου ελαιοτριβείου, που ανήκουν στην ύστερη εποχή του χαλκού και την Ελληνιστική περίοδο. Αναρίθμητες είναι οι ενδείξεις εξαγωγών επιτραπέζιων ελιών από την αρχαιότητα. Το ελιόδεντρο και τα προϊόντα του είχαν πολλές χρήσεις στα κυπριακά νοικοκυριά ως μέρος της διατροφής, στις θρησκευτικές τελετουργίες, κ.λπ. Η λέξη ‘Ελιά’ εμφανίζεται ως τοπωνύμιο σε πολλές περιοχές και αυτό αποδεικνύει τη σημασία της ελιάς για το νησί.
Μέθοδος παραγωγής: Οι ελιές που προορίζονται για επιτραπέζια κατανάλωση αρχίζουν να συγκομίζονται με το χέρι από τα τέλη Σεπτεμβρίου για τις πράσινες ελιές και συνήθως μέχρι τέλη Δεκεμβρίου κάθε έτους παραγωγής για τις μαύρες. Οι πράσινες ελιές χαράσσονται με ειδικές λεπίδες πριν από την εμβάπτισή τους σε άλμη (για απομάκρυνση της πικράδας). Στα σπίτια, παραδοσιακά, οι νοικοκυρές ετοίμαζαν τις πράσινες ελιές σπάζοντάς τις με ένα απότομο χτύπημα χρησιμοποιώντας μια πεπλατισμένη πέτρα (ονομάζονται ‘Τσακιστές’). Οι μαύρες ελιές διατηρούνται σε άλμη ή ξύδι.
Γαστρονομία: Αποτελεί μέρος του καθημερινού διαιτολογίου των Κυπρίων. Σερβίρονται στο πρωινό, ως συνοδευτικό πιάτο στα γεύματα και προστίθενται στις σαλάτες και σε άλλα ορεκτικά. Χρησιμοποιούνται επίσης στη ζαχαροπλαστική και την αρτοποιία.
Πηγή: Υπουργείο Γεωργίας Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος